Η νύχτα στείβει τα φιλιά
στης μοναξιάς το στόμα.
Οι μνήμες, άγρια σκυλιά,
δαγκώνουνε το στρώμα.
Άναψα φως, μήπως σε δω
μα πάλι είναι σκοτάδι.
Είσαι εκεί κι εγώ εδώ -
ποιος απ’ τους δυο στον Άδη;...
Αργά το δάκρυ μου κυλά,
σμίγει με του Χριστού μου.
Κι η Παναγία από ψηλά:
«Πικρότερο απ’ του γιου μου...»
Οι λέξεις καίνε το χαρτί
τη στάχτη του φυσάω,
εκεί που βρίσκεσαι να ’ρθεί -
διάβασ’ το : «Σ’ αγαπάω!»
στης μοναξιάς το στόμα.
Οι μνήμες, άγρια σκυλιά,
δαγκώνουνε το στρώμα.
Άναψα φως, μήπως σε δω
μα πάλι είναι σκοτάδι.
Είσαι εκεί κι εγώ εδώ -
ποιος απ’ τους δυο στον Άδη;...
Αργά το δάκρυ μου κυλά,
σμίγει με του Χριστού μου.
Κι η Παναγία από ψηλά:
«Πικρότερο απ’ του γιου μου...»
Οι λέξεις καίνε το χαρτί
τη στάχτη του φυσάω,
εκεί που βρίσκεσαι να ’ρθεί -
διάβασ’ το : «Σ’ αγαπάω!»