Κυριακή 31 Οκτωβρίου 2010

Η μοίρα του John Keats



Πολλές φορές αναλογίστηκα την πικρή και μεγάλη μοίρα του John Keats. Δεν ξέρω καμμιά ζωή πιο συγκινητική απ’ αυτήν την τόσο σύντομη ζωή χωρίς γεγονότα.
Γεννήθηκε στις 31 Οκτωβρίου 1795, έξω απ’τη Λόντρα, από γονείς απλοϊκούς, μες σε μια οικογένεια, που την επισκέφθηκε συχνά η φθίση. Μορφώθηκε σε σχολεία χωρίς υπόληψη. Το όνειρο της οικογένειάς του είτανε να σπουδάσει χειρουργική, μια τέχνη που εκείνον τον καιρό στεκότανε λίγο ψηλότερα από την τέχνη του κουρέα. Προσπάθησε πράγματι να γίνει χειρουργός, μα δεν το κατόρθωσε. Οι σπουδές του αυτές χρησίμεψαν μονάχα στους κριτικούς του, που δεν παραλείψανε να του τονίζουνε κάθε τόσο ότι ο πραγματικός προορισμός του είτανε να κόβει σάρκες κι όχι να γράφει ποιήματα. Οι μεγάλες περιπέτειες αυτής της ζωής είναι ο παιδικός κι αποτυχημένος έρωτας με τη Fanny Brawne και η ποίηση.
Στα 1817 κυκλοφορεί η πρώτη συλλογή: Ποιήματα, με μια εικόνα του Σαιξπήρου στο ξώφυλλο. Στα 1818 δεύτερη συλλογή: ο Ενδυμίων. Στα 1820 τρίτη συλλογή: Lamia, Isabella, The eve of St. Agnes. Μερικές δεκάδες ποιήματα είναι σκορπισμένα στα έντυπα του καιρού. Η γνώμη της κριτικής είναι κατηγορηματική: ο νέος αυτός δεν είναι ποιητής, δεν ξέρει καν τη γλώσσα του, δεν έχει καμμιά σχέση με την τέχνη των γραμμάτων. Ο νέος σέρνεται λίγο καιρό, άρρωστος, άσημος κι ερωτευμένος, μες στην ομίχλη της Αγγλίας, υποφέρει, κλαίει, φτύνει αίμα, φεύγει ξαφνικά ζητώντας τη σωτηρία του στον ήλιο του Νότου. Στις 23 Φεβρουαρίου 1821, στις 4 το απόγευμα, ο John Keats πεθαίνει στη Ρώμη, σε ηλικία είκοσι-πέντε χρονώ και κάτι. Ο ίδιος ετοίμασε την απελπισμένη επιγραφή του τάφου του: «Εδώ κείτεται κάποιος που το όνομά του γράφτηκε στο νερό». Όνομα δεν υπάρχει στην ταφόπετρα. Ένας φίλος και τρεις άλλοι Άγγλοι ακολούθησαν την κηδεία…



Ο Keats είναι θαμμένος στην πιο απόμερη γωνιά του παλαιότερου κοιμητηριού (προτεσταντικό νεκροταφείο της Ρώμης) , μες σε άφθονη πρασινάδα, μακριά απ’το πλήθος των πεθαμένων. Στον τοίχο ένα απλό ανάγλυφο θυμίζει τη νιότη και την ωραιότητα της μορφής του. Εκεί έγραψαν και τ’ όνομά του, αφού δεν ήθελε να γραφεί στον τάφο του. Πού κείτεται άραγε η Fanny Browne;
Βαριά υπήρξε η υστεροφημία αυτής της κοπέλας. Ζητούσε κι αυτή, όπως όλος ο κόσμος, λίγη αγάπη και λίγη ευτυχία, το νόμιμο μερτικό της απ’ τη χαρά της ζωής. Μα βρέθηκε, δίχως να το ξέρει, μες στην ακτίνα της δόξας. Δε φρόντισε η καημένη να πάρει την πρεπούμενη στάση. Μετά το θάνατό της οι σκληροί φιλόλογοι, οι τρομεροί ιστοριοδίφες, ανακάλυψαν τ’ όνομά της και την κυνήγησαν αμείλιχτα. Ξέθαψαν τις κιτρινιασμένες αλληλογραφίες, μάζεψαν και δημοσίεψαν όλες τις πληροφορίες που διασώθηκαν μες στο πέρασμα του καιρού, για να μάθει ο κόσμος πως ο Keats αγάπησε μια γυναίκα κουτή !
Κουτή δε θα την έλεγε κανείς τη Fanny Browne αν δεν αντάμωνε στη ζωή της ένα νεανία, που είχε τέτοιους λογαριασμούς με το μέλλον. Φαντάζουμαι πάντως πως είταν πολύ ωραία. Δεν είναι δυνατό να μην είταν.



Όσο για τις πνευματικές ικανότητές της, είναι γεγονός ότι δεν υποπτεύθηκε την αξία του έργου του Keats. Αλλά υπάρχει γι’αυτήν μια σοβαρή δικαιολογία, ότι κι η Αγγλία δεν υποπτεύθηκε τίποτα. Κανείς δεν μπορεί ν’ απαιτήσει από ένα άπειρο κορίτσι να καταλαβαίνει περισσότερα από όσα καταλαβαίνουν τα πιο σοβαρά πνεύματα ενός μεγάλου έθνους. Εξ άλλου παρά την προκατάληψη και την περιφρόνηση των μεταγενεστέρων σχολιαστών, η διαγωγή της απέναντι στον Keats κρίνεται συνήθως ως άψογη. Τον αγάπησε, τον αρραβωνιάστηκε, τον νοσήλευσε, προσπάθησε όσο μπορούσε να του ελαφρύνει το βάρος της αρρώστειας και του ποιητικού του δαιμονίου. Το μεγάλο της αμάρτημα είναι πως της άρεζε να πηγαίνει στους μπάλους και να χορεύει με ωραίους αξιωματικούς. Και τι αξιωματικούς ! Είχανε γυρίσει όλην την Ευρώπη πολεμώντας τις στρατιές του Μεγάλου Ναπολέοντα, είχανε νικήσει στη μάχη του Βατερλώ, διηγόντανε τις πιο σαγηνευτικές ιστορίες και χορεύανε σαν ήρωες. Ενώ ο Keats είταν ένα αδύνατο και άρρωστο παιδί, που δεν ήξερε τίποτε εξόν από ποιήματα.



Καταδικάσετέ την, αν σας βαστά η καρδιά. Εκείνο το βράδι που τη θυμήθηκα, στο προτεσταντικό νεκροταφείο της Ρώμης, δεν μπόρεσα να την καταδικάσω. Τον τυράννησε ίσως πολύ, αλλά με μια αφέλεια που μας αφοπλίζει. Και της μένει τέλος πάντων ένας τίτλος, ότι ενέπνευσε το πιο ωραίο ποίημα του XIX αιώνα:

I met a lady in the meads
Full beautiful, a faery’s child;
Her hair was long, her foot was light,
And her eyes were wild…

Γιώργος Θεοτοκάς (αποσπάσματα)

Αντιγραφή από ΤΑ ΝΕΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ, αριθμός 1, Γενάρης 1935

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου