Μια ζωή ετοιμαζόμουν
για την ώρα εκείνη
και ανέτοιμος πιανόμουν
με μια σκοτοδίνη.
Μια ζωή αφουγκραζόμουν
τα πατήματά μου.
Με παππά δε μοιραζόμουν
τ’ αμαρτήματά μου.
Να χειριστώ το χείριστο
να πάω στον αγύριστο.
Να βρω και το αναίτιο
κι ας χάσω τον υπαίτιο.
Μια ζωή που μου ορίσαν
απ’ το τέλος να αρχίσω
μα τα χέρια δεν μου λύσαν
να μπορώ ν’ αυτοκτονήσω.
Μια ζωή που μου στερήσαν
οι νεκροί και οι φονιάδες
και στους τάφους κατουρήσαν
οι θεοί κι οι σατανάδες.
Να χειριστώ το χείριστο
να πάω στον αγύριστο.
Να βρω την ησυχία μου
μες στη στερνή οικία μου.
για την ώρα εκείνη
και ανέτοιμος πιανόμουν
με μια σκοτοδίνη.
Μια ζωή αφουγκραζόμουν
τα πατήματά μου.
Με παππά δε μοιραζόμουν
τ’ αμαρτήματά μου.
Να χειριστώ το χείριστο
να πάω στον αγύριστο.
Να βρω και το αναίτιο
κι ας χάσω τον υπαίτιο.
Μια ζωή που μου ορίσαν
απ’ το τέλος να αρχίσω
μα τα χέρια δεν μου λύσαν
να μπορώ ν’ αυτοκτονήσω.
Μια ζωή που μου στερήσαν
οι νεκροί και οι φονιάδες
και στους τάφους κατουρήσαν
οι θεοί κι οι σατανάδες.
Να χειριστώ το χείριστο
να πάω στον αγύριστο.
Να βρω την ησυχία μου
μες στη στερνή οικία μου.