Παρασκευή 22 Ιανουαρίου 2010

ΔΗΜΗΤΡΗΣ Ε. ΣΟΛΔΑΤΟΣ, Χ(Ε)ΙΛΙΑ ΔΙΣΤΙΧΑ



Όταν μου ανακοίνωσε πρώτη φορά το ποιητικό του σχέδιο, θυμάμαι γέλασα. Του είπα πως ήταν αδύνατο να το πραγματοποιήσει.

"Χίλια δίστιχα για τα χείλια;..."

Στοιχημάτιζα πως δε θα έγραφε ούτε 100.
Όταν μου ανακοίνωσε ότι τα τελείωσε, τρόμαξα. Μα και πάλι,είπα μέσα μου, δε θα 'ναι και τίποτε σπουδαίο...Το πολύ -πολύ να τα έφτιαξε πρόχειρα -πρόχειρα, κάτι σαν στιχάκια ημερολογίου.
Μα όταν άρχισα να τα διαβάζω, ειλικρινώς τον θαύμασα.

Κι όλα αυτά, γιατί;... Για ένα δικό του στοίχημα, ένα φίλημα σε γυναικεία χείλη.

Κι αν τα σάρκινα δεν του παραδοθούν εν τέλει, τα χάρτινα τα έκανε μια για πάντα δικά του, με τη γραφή του...

Για τα γραμμένα χείλια σου τα χιλιοαγαπημένα,
αν γράψω χίλια δίστιχα, φιλί μου δίνεις ένα;

Χίλια χιλιόμετρα μακριά πιο εύκολο να πάω
παρά χιλιοστό κοντά στα χείλη π' αγαπάω.

Εγώ για τα δυο χείλη σου μία ζωή δεν έχω,
παρά μισή μόνο καρδιά χίλιους καημούς ν' αντέχω.

Χιλιάδες χείλη φίλησα, μα τα 'χω λησμονήσει
και δυο θυμάμαι μοναχά, που δεν τα 'χω φιλήσει.

Τα εικονίσματα φιλάς και σκίζεται η καρδιά μου
που δεν φιλώ τα χείλη σου κι ας τα 'χω εικόνισμά μου.

Στην παπαρούνα δυο χειλιών δεν θέλω όποιο κι όποιο
φιλί να πιω, μα να γευτώ το πιο γλυκόπιοτο όπιο.

Απόψε η πανσέληνος βγήκε για να χιλιάσει
τη μοναξιά που νιώθω εγώ για δυο χειλιών τη χάση.

Στη Ρόδο ήταν τα χείλη σου σαν ρόδο ανοιγμένα,
στην Πάτμο ατμός, στην Kίμωλο με κιμωλία γραμμένα.

Στη Μήλο ήταν τα χείλη σου σαν μελωμένο μήλο,
τα δάγκωσε ο Απόλλωνας δειλά δειλά στη Δήλο.

Στην Έδεσσα τα χείλη σου στον πόθο ήταν δεμένα
κι ήταν στη Θάσο ατίθασα, στη Μάνη μανιασμένα.

Ήταν στ' Αγρίνιο άγρια τα χείλη σου ποτάμια,
στο Θέρμο ήταν εν θερμώ και στη Λαμία σαν Λάμια.

Κάθε Δεκαπενταύγουστο μια κόκκινη εκκλησία
τα χείλη σου, και στη σιωπή κοιμάται η Παναγία.

Η πιο μεγάλη απόσταση στον κόσμο ετούτο που 'ναι:
εκείνη που διανύουνε τα χείλη να ενωθούνε.

Τα χείλη σου τ' αστραφτερά θα μου τα δώσεις; Πότε;
"Όταν σκουριάσει το γυαλί και το χρυσάφι. Τότε."

Ένα στιλό ανάμεσα στα χείλη όταν βάζεις,
σαν να ρουφάς την ποίηση με καλαμάκι μοιάζεις.

Δημήτρης Ε. Σολδάτος, Χ(ε)ίλια δίστιχα, Βιβλιοπωλείον Τσιρίμπαση, 2010