Η ησυχία της αναμονής του ξυπνητηριού
Τα θαρραλέα δάχτυλα που βγαίνουν να το ψάξουν πριν χτυπήσει
Η απότομη ορφάνια των σκεπασμάτων
Τα πόδια που θα σηκώσουν και πάλι το βάρος
Ο καθρέφτης πάντα πιο ξύπνιος από σένα
Κι ύστερα το πρόσωπο του νερού που συνθλίβεται
ανάμεσα στα δυο σου χέρια
Μα προπαντός οι καλημέρες
σ’ όσους δε θα ’θελες να ξαναδείς.
Δεν ξέρω τίποτε πιο σκληρό απ’ το πρωινό ξύπνημα.
Τα θαρραλέα δάχτυλα που βγαίνουν να το ψάξουν πριν χτυπήσει
Η απότομη ορφάνια των σκεπασμάτων
Τα πόδια που θα σηκώσουν και πάλι το βάρος
Ο καθρέφτης πάντα πιο ξύπνιος από σένα
Κι ύστερα το πρόσωπο του νερού που συνθλίβεται
ανάμεσα στα δυο σου χέρια
Μα προπαντός οι καλημέρες
σ’ όσους δε θα ’θελες να ξαναδείς.
Δεν ξέρω τίποτε πιο σκληρό απ’ το πρωινό ξύπνημα.