Σάββατο 3 Απριλίου 2010

Χαΐνηδες


Θε μου πόσο παράξενοι είν' οι δικοί μας τόποι
θλιμμένα τα τραγούδια μας και γελαστοί οι ανθρώποι.
Δημ. Αποστολάκης (Χαΐνηδες)

Το εφήμερο μονοπωλεί τη σημερινή τέχνη. Η προχειρότητα, η απουσία γνήσιου ταλέντου, η εμπορευματοποίηση, καθώς και η πνιγηρή πολιτιστική πραγματικότητα δεν αφήνουν πολλά περιθώρια ελπίδας.
Στο τραγούδι ιδιαιτέρως τα πράγματα διαγράφονται ακόμη πιο απαισιόδοξα. Ο στίχος συχνά είτε θα ρέπει σε μια απλοϊκή, ανέμπνευστη καταγραφή προσωπικών στιγμών είτε θα διαλογίζεται μ’ έναν πιο σοβαροφανή – εγκεφαλικό τρόπο πάνω σε σημαντικά ή ασήμαντα βιώματα, αφήνοντας όμως εξίσου ασυγκίνητους τους ακροατές.
Τα κομμάτια συνήθως είτε δεν τραγουδιούνται είτε ακολουθώντας μια ρυθμική επαναλαμβανόμενη φόρμα προσπαθούν να επιβληθούν στον ακροατή με σχεδόν πειθαναγκαστικό τρόπο...

Το άρωμα του κλασικού χάνεται σιγά-σιγά γύρω μας...Ελάχιστα πράγματα το αναδίδουν. Ένα από αυτά είναι και τα τραγούδια των Χαΐνηδων.
Η μουσική παράδοση, ο λιτός μα καίριος στίχος που κάποτε «χτυπά φλέβα χρυσού», η αφηγηματική φόρμα που επιστρατεύεται να υπηρετήσει το νόημα, ο λυγμικός λυρισμός, η ασυγκράτητη συγκίνηση, η φύση κι ο έρωτας φιλτραρισμένα από το λαρύγγι του ανθρώπου και λαγαρισμένα από το παίξιμο της λύρας, είναι μερικά από τα στοιχεία που καθιστούν τα κομμάτια αυτά μοναδικά.

Οι ίδιοι αναφέρουν:
«Η μουσική ομάδα Χαΐνηδες αποτελεί ένα ανοιχτό σύνολο, που ανακαλύπτει μουσικούς δρόμους από την Κρήτη ως τη Μικρασία και από την Ανατολή πάλι πίσω στα Βαλκάνια. Ακολουθώντας μουσικά μονοπάτια, οι Χαΐνηδες τολμούν και δημιουργούν νέες μουσικές και λόγους, που παρουσιάζουν μεστά τον πληθωρικό πόθο της ζωής, την αίσθηση του ωραίου ή του χαμένου. Ο έρωτας και ο θάνατος, οι υπέρτατες δυνάμεις, αποτυπώνονται σε μέτρο και ορίζουν «...όλα όσα είδες και έχεις ποθήσει και όσα ποτέ δε δεις» »

Συστήνοντας το έργο των Χαΐνηδων, θα σταθώ σε κάποια από τα τραγούδια τους δίνοντας με τρόπο δειγματοληπτικό το μουσικό τους στίγμα- η παρακολούθηση των βίντεο θα μπορέσει να επικυρώσει ή να ακυρώσει τις υποκειμενικές μου παρατηρήσεις...


Συνταγές μαγειρικής

Ένα αριστούργημα...η μελωδία δένει άρτια με τους απέριττους στίχους, ο λόγος φωτίζεται επαρκώς από τα γυρίσματα της φωνής κι οι συνταγές μαγειρικής ανακατεύονται μαγικά με όσα μας...μαγειρεύει η ζωή.


Από μικρή τής άρεσε, μες στην κουζίνα μόνη
τις ώρες να σκοτώνει
με τη μαγειρική,
και πέφτανε τα δάκρυα θυμώντας τη ζωή της
και δίναν στο φαΐ της
μια γεύση μαγική.

Κύμινο, μοσχοκάρυδο και κόκκινο πιπέρι,
ποτέ δεν είχε ταίρι
ν' αλλάξει μιαν ευχή,
να χαμηλώσεις τη φωτιά μετά την πρώτη βράση,
να γίνονταν η πλάση
ξανά απ' την αρχή.

Ψιλοκομμένος μαϊντανός, και σκόρδο μια σκελίδα,
να 'φεγγε μιαν ελπίδα
στα μάτια τα μελιά,
και προς το τέλος πρόσθεσε ένα ποτήρι λάδι,
να 'νιωθε ένα χάδι
μια μέρα στα μαλλιά.

Μια νύχτα έπιασε φωτιά μέσα στο μαγερειό της,
που 'κανε το φευγιό της
να μοιάζει με γιορτή,
τέτοια που γύρω φύτρωσαν άσπρα του γάμου κρίνα,
ολόιδια με κείνα
που είχε ονειρευτεί.

Πόσες καρδιές που γίνανε αναλαμπή κι αθάλη,
μας κάμανε μεγάλη
κάποια μικρή στιγμή,
κι αθόρυβα διαβήκανε απ' της ζωής την άκρη,
χωρίς ν' αφήσει δάκρυ
σε μάγουλο γραμμή.





Της γιαγιάς τα παραμύθια

Τι να πει κανείς γι’ αυτό το ονειρικό κομμάτι...Η λαϊκότροπη αφήγηση σε συνδυασμό με το περιεχόμενο του παραμυθιού και την παραδοσιακή μελωδική γραμμή, καθιστούν το τραγούδι αυτό μοναδικό στο είδος του...

Μια φορά γιε μου κι έναν καιρό
βασιλιάς καλός όριζε τόπο μακρινό...

Θυμούμαι ως τώρα τη γιαγιά
έτοιας λογής ν' αρχίζει
και σε καιρούς αλλοτινούς
ο νους τση ν' αρμενίζει.

Να μου μιλεί σιργουλευτά
για κείνα και για τ' άλλα
για μαγικά, για έρωτες,
για φονικά μεγάλα.

Για βασιλιάδες νιους καλούς
που κάστρα επατούσαν
τσι μάισσες και τα θεριά
σκοτώναν κι ενικούσαν.

Κι όντεν ο ύπνος ο γλυκύς
δόξευγε το μυαλό μου
στον κόσμο των παραμυθιών
γύριζ' ο λογισμός μου.

Έσβησ' ο χρόνος ο κακός
μαζί με τη χαρά μου
τσι ιστορίες τση γιαγιάς
από τα όνειρά μου.

Κι έρχουντ' απ' τον παλιό καιρό
Θε μου νάταν αλήθεια
ώρες αεροφύσημα
κείνα τα παραμύθια.

Μην κλαις μικρή μου και πληγές
ανοίγεις μου στα στήθη
εμείς οι δυο θα κάνουμε
τον κόσμο παραμύθι.



Το καπηλειό

Συχνά τα τραγούδια των Χαΐνηδων μοιάζουν μελίσματα δακρύων...Η συγκίνηση είναι αυθόρμητη και ο ακροατής είναι αδύνατον να τους αντισταθεί. Το ρυάκι του τραγουδιού μας οδηγεί σε λυγμικές ακροάσεις...

Ήτανε όμορφο θαρρώ
εκείνο τον παλιό καιρό
το καπηλειό μου
γιαλός, καημός και τσικουδιά
βαρμένα μέσα στην καρδιά
με τ' όνειρό μου.

Και κάθε μέρα αποβραδίς
ντουγιουρντισμένος ο Βαρδής
με το λαούτο
με το κρασί του στον οντά
στον αμανέ του να κεντά
τον κόσμο τούτο.

Κι ο Σταύρος πέρα στη γωνιά
που για δυό χείλια βυσσινιά
τα σιγοπίνει
παίρνει νερό σαν τραγουδεί
'που το λαούτο του Βαρδή
τον πόνο σβήνει.

Κι ο Μύρος πιάνει το χορό
το χώμα μόνο έχει οχτρό
χρυσά παλάτια
σε κάποια θάλασσα πλατιά
θυμάται, κόκκινα φωτιά
τα δυο του μάτια.

Θυμούμαι κάθε χαραυγή
πού 'λεγα ο ήλιος να μη βγει
στην αγκαλιά σου
όνειρο βάρκα με πανιά
να σεργιανίζω το ντουνιά
με τα φιλιά σου.

Αργό το ζάλο μου, βαρύ
ήτανε ψεύτικος μπορεί
ο έρωτάς σου
ρωτώ διαβάτες στα στενά
αν είδαν μάτια καστανά
σαν τα δικά σου.

Πως να δικάσω μια ζωή
κι ένα αστέρι το πρωί
που τρεμοσβήνει
στο ερειπωμένο καπηλειό
ένα μου όνειρο παλιό
έχει 'πομείνει.






Χαΐνης

Για όσους δεν κατέχουν τι σημαίνει χαϊνης,το συγκρότημα φροντίζει να μας ξεκαθαρίσει την ονομασία του με αυτό το επιγραμματικό αριστούργημα...

Ωσάν το έρημο δεντρί
που 'ναι στα όρη απάνω
μ' αρέσει νά 'μαι αμοναχός
με τσι πολλούς δεν κάνω

Κι άμας ο κόσμος σκοτεινιά
γεμίζει να γυρίζω
Χαΐνης και τση χαραυγής
τσ' ελπίδες να σκορπίζω



Ο θάνατος του παληκαριού


Αντιπολεμικό μήνυμα αποδιδόμενο με εξαίσιο λυρισμό.Μοιάζει η παράδοση να παραδόθηκε άνευ όρων στο συγκρότημα κι αυτό να την τίμησε αφομοιώνοντάς την και δημιουργώντας ένα υπερβατικό της είδωλο στο παρόν.

Ήτανε χινόπωρο π' αντάμωσα
ώριο παλικάρι και το λάβωσα
σε πολέμου μπόρα και κακή μαλιά
κι είχ' η γης στρωσίδι κάμει με κορμιά
κι ήβγαιν' απ' τ' αχείλι το βερτζί μιλιά
που μου μαχαιρώνει χρόνια την καρδιά

Θε μου σαν ποθάνω κάμε με δεντρό
και παρέκει βρύση με κρυγιό νερό
νά 'ρχουνται οι έμορφες να λούζουνται
και στον ασκιανό μου να δροσίζουνται.
Να περάσει μιαν αυγή κι η αγαπώ
ξωτικό να κόψει και γλυκύ καρπό
κι ο καρπός να βγάλει όνειρου καημούς
να γεμίσει ο κόσμος αναστεναγμούς.
Και στη βρύση μαγικό νερό να βρει
του καημού να σβήσει το θαμπό κερί
να τη δω να φεύγει να μακραίνεται
δίχως αναμνήσεις να πικραίνεται

Μά 'τανε θολούρα και απόβραδο
κι ο Θεός δεν είδε στο ματόκλαδο
πού 'χε κρουσταλλιάσει ένα δάκρυ του
λύπηση γεμάτο απ' την αγάπη του
Μα τον εσυμπόνεσ' ένα νέφαλο
κόκκινο και τού 'ριξε προσκέφαλο
μια βροχή που ξέπλυνε τη λύπηση
κι έμεινε η ρίμα και η θύμηση



Ο ακροβάτης

Αυτοί οι άνθρωποι έχουν πράγματα να πουν και τα λένε με τον πιο καθηλωτικό τρόπο. Αναλογιζόμενος τους στίχους τους, τα απο-ποιηματάκια των σημερινών ποιητών μου φαίνονται τουλάχιστον αστεία...

Για ιδέστε όλοι τον ακροβάτη που τραμπαλίζεται
για ιδέστε όλοι τον ξενομπάτη πως δε ζαλίζεται
Για ιδέστε τον ακροβάτη που κι όταν πέφτει γελά
και ποτέ δε κλαίει, ποτέ δε κλαίει

Για ιδέστε που χει το ερημοπούλι αίμα στο φτερό
πετά κι ας το βρε θανάτου βόλι, κόντρα στον καιρό
Με τον καιρό να ναι κόντρα, έχει τιμή σαν πετάς
να μένεις μόνος, να μένεις μόνος

Για ιδέστε όλοι δέστε και μένα άλλο δε ζητώ
που χω στους ώμους φτερά σπασμένα και ακροβατώ
Μύρισε κάτω η μέρα κι ακόμη εσύ να φανείς
μην κλαις πουλί μου, μην κλαις πουλί μου




Η τίγρη

Η βρυχηθμική, ωσάν από τίγρη, εκφορά κάποιων λέξεων μέσα στο τραγούδι, ανεπανάληπτη. Απολαύστε το...

Έχω μιά τίγρη μέσα μου, άγρια λιμασμένη
που όλο με περιμένει
κι όλο την καρτερώ
τηνε μισώ και με μισεί θέλει να με σκοτώσει
μα ελπίζω να φιλιώσει
καιρό με τον καιρό.

Έχει τα δόντια στην καρδιά, τα νύχια στο μυαλό μου
κι εγώ γιά το καλό μου
γιά κείνη πολεμώ
κι όλου του κόσμου τα καλά με κάνει να μισήσω
γιά να της τραγουδήσω
τον πιό βαρύ καημό.

Όρη, λαγκάδια και γκρεμούς με σπρώχνει να περάσω
γιά να την αγκαλιάσω
στον πιό τρελό χορό
κι όταν τις κρύες τις βραδιές θυμάται τα κλουβιά της
μου δίνει την προβιά της
γιά να τηνε φορώ.

Καμιά φορά απ' το πιοτό πέφτομε μεθυσμένοι
σχεδόν αγαπημένοι
καθείς να κοιμηθεί
και μοιάζει τούτη η σιωπή με λίγο πριν τη μπόρα
σαν τη στερνή την ώρα
που θα επιτεθεί.



Ο παλιός σκοπός

Ο Μίλτος Πασχαλίδης,παλιό μέλος των Χαΐνηδων, σ’ αυτό το μελωδικό κομμάτι.

Πέφτουν απ' τα μαύρα νέφη στάλες τση βροχής
και πληγώνουνε το σκούρο τζάμι τση ψυχής.
Πάνω στση καρδιάς τον τοίχο τρέχει το νερό
και ξεθάβει απ' τον ασβέστη τον παλιό καιρό.

Ήταν κείνο σαν κι ετούτο μαύρο δειλινό
που 'φυγε να πάει σ' άλλο τόπο μακρινό.
Κι έρχεται στη θύμισή μου που δακρύζαμε
τον παλιό σκοπό να πούμε σαν αρχίζαμε.

Πάν' οι μήνες, πάν' τα χρόνια και γεράσαμε,
δίχως όνειρα τη νιότη πως περάσαμε;
Δε με νοιάζει στο σκοτίδι πως εμπήκαμε
όσο πως το φως τση μέρας δε χαρήκαμε.

Στα κλειστά τα παραθύρια τον παλιό σκοπό,
ήρθ' απόψε όπως πρώτα για να ξαναπώ.
Φύσ' αγέρι πήγαινέ τση το γλυκό σκοπό
και ψιθύρισέ τση ακόμη πως την αγαπώ.



Και το Ερωτικό, ένα παραδοσιακό σε εκτέλεση των Χαϊνηδων...

Σαν δε θυμάσαι τα παλιά
μονάχα αυτό θυμήσου
που εξύπνουνα στσ' αγκάλες σου
και μού 'λεγες κοιμήσου.

Απ' όλη τη φτηνή ζωή
θυμούμαι με φαρμάκι
του δειλινού μιαν αντηλιά
σ' ένα γυμνό κορμάκι.

Να ζήσεις μόνο μιαν αυγή
τόση ζωή σε φτάνει
ρόδο π' ανθεί πολύ καιρό
τη μυρωδιά του χάνει




Πηγαίνετε κι εδώ να ακούσετε κι ένα άλλο υπέροχο...

Και τέλος...

ΘΑΛΑΣΣΑ ΠΙΚΡΟΘΑΛΑΣΣΑ ΚΡΗΤΗ

Εγώ στα φύλλα της καρδιάς
κρύβω βαθιά τον πόνο
στρέφω το βλέμμα μη με δουν
και σαν παιδί βουρκώνω

Θε μου πόσο παράξενοι
είν' οι δικοί μας τόποι
θλιμένα τα τραγούδια μας
και γελαστοί οι αθρώποι

Κλείσε τα μάτια κι άσε με
θάλασσα να σε λέω
τούτο το βράδυ που μπορεί
νά 'ναι το τελευταίο

Θάλασσα πικροθάλασσα
μιά νύχτα θα γυρίσω
κι ένα κορμί και μιά καρδιά
στο κύμα σου θ' αφήσω



Όσοι θα ήθελαν να γνωρίσουν πληρέστερα το έργο τους, θα μπορούσαν να επισκεφτούν το διαδικτυακό τους τόπο http://www.hainides.gr/ , μα κυρίως να αναζητήσουν τις δουλειές τους...

Το ποστ αφιερώνεται στο μπλογκ του ποιητή Δημήτρη Ε. Σολδάτου Χ(ε)ίλια Δίστιχα, μιας κι εκεί η παράδοση του ιαμβικού 15σύλλαβου δίστιχου, που τόσο έντονα θυμίζει τις κρητικές μαντινάδες, συνδέεται με μια προσπάθεια υπέρβασής της χωρίς να χάνει το κλασικό της θάμβος.