Μια σταθερή απέχθεια που τρέφω εδώ και χρόνια για το μεγαλύτερο κομμάτι της σημερινής ποίησης ενισχύεται αυτές τις μέρες, που τα όποια ποιηματίδια γράφονται, στις παρούσες περιστάσεις, αναδεικνύουν την κενότητά τους και το άσκοπο της ύπαρξής τους.
Μυαλά κενά ιδεών, μα με μεγάλη ιδέα για τον εαυτό τους, εκτινάσσουν σε δυσθεώρητα ύψη τη γελοιότητά τους στο φόντο της κατάρρευσης. Κι όσο περισσότερο βυθίζονται στον εαυτό τους, τόσο επιπλέουν σαν περιττώματα στα λύματα των δυσωδών ανθολογιών.
Να μην έχεις ούτε ένα στίχο να πιαστείς, ούτε μια φωνή να σ' αγκαλιάσει... Ούτε μια...
Κάτι τέτοιες ώρες σε τυλίγει ένα σύννεφο σκόνης από νεκρούς ποιητές κι επιβιβάζεσαι στο πύρινο άρμα των στίχων τους.
Μόνο ένας Ρίτσος ή ένας Λειβαδίτης θα 'θελα σήμερα ν' ακούγεται. Οι άλλοι ατάλαντοι τάλανες, ας βουτήξουν τη γλώσσα τους στο οξύ της αναξιότητάς τους , χωρίς όμως καυχησιές ακόμη και γι' αυτά τα εγκαύματά τους...